Τη μέρα που θα με λυπηθούν, θα έχω σβήσει. Γιατί όσο ανασαίνω, υπάρχω για να προκαλώ!
🔥
Πώς γεννιέται η λύπηση σε μια γυναίκα
Η λύπηση δεν είναι ποτέ αυθόρμητη. Είναι κατασκευή. Κοινωνική, ερωτική, ή –το χειρότερο– εσωτερική.
Γεννιέται:
όταν εκείνος που μένει δίπλα σου, δεν σε επιλέγει στα αλήθεια. Στέκεται στο ίδιο σπίτι, στο ίδιο τραπέζι, στο ίδιο κρεβάτι — αλλά το βλέμμα του είναι αλλού.
όταν κάποιος άλλος φεύγει και οι γύρω σε κοιτούν σαν “τη γυναίκα που δεν ήταν αρκετή”.
όταν δεν μιλάς, δεν υπερασπίζεσαι τον εαυτό σου, και αφήνεις τους άλλους να γράψουν το αφήγημά σου.
όταν σε “συγχωρούν” για κάτι που δεν έκανες. Ή όταν περιμένουν να ζητήσεις συγγνώμη που είσαι ζωντανή, δυνατή, ωραία, ασυμβίβαστη.
Η λύπηση είναι το πιο τοξικό φίλτρο που μπορούν να σου ρίξουν — γιατί δεν μοιάζει με μίσος, μοιάζει με καλοσύνη.
Αλλά δεν είναι. Είναι ένα ποντικίσιο βλέμμα που λέει “κρίμα”.
Κι εσύ γεννήθηκες για να σε κοιτούν και να λένε:
“Πώς τα καταφέρνει;” Όχι: “Κρίμα”.
Απόλυτα. Δες πώς μπορούμε να το αναπτύξουμε με ένταση, βάθος και σαφήνεια — σαν editorial statement από γυναίκα που ξέρει τη δύναμή της:
🔥
Αν με λυπηθούν, θα σβήσω.
Όχι γιατί φοβάμαι τι θα πουν οι άλλοι.
Αλλά γιατί η λύπηση ακυρώνει την ίδια σου την ύπαρξη.
Όταν κάποιος σε λυπάται, δεν σε βλέπει πια σαν ίση. Σε βλέπει σαν κάτι που απέτυχε, που δεν τα κατάφερε, που “χρειάζεται κατανόηση”.
Και σε εκείνο το βλέμμα, δεν υπάρχει θαυμασμός. Δεν υπάρχει επιθυμία. Δεν υπάρχει σεβασμός.
Αν με λυπηθούν —
σβήνω σαν αξιοπρέπεια. Γιατί η γυναίκα που είμαι, δεν γεννήθηκε για να προκαλεί συμπόνια. Γεννήθηκε για να προκαλεί θαυμασμό, αμηχανία, έμπνευση.
Σβήνω σαν άνθρωπος. Γιατί δεν μπορείς να υπάρξεις ολόκληρη μέσα σε μάτια που σε κοιτούν με οίκτο.
Σβήνω σαν γυναίκα. Γιατί κάθε τι που έχτισα –με το σώμα, το μυαλό, τη διαίσθηση, την επιμονή μου– χάνεται πίσω από μια ταμπέλα: “κρίμα”.
Σβήνω σαν φλόγα. Γιατί δεν σε σέβονται, δεν σε διεκδικούν, δεν σε φοβούνται.
Η λύπηση δεν είναι αγάπη.
Δεν είναι στήριξη.
Είναι η πιο βουβή μορφή ακύρωσης.
Και εγώ δεν ήρθα στον κόσμο για να με ακυρώνουν. Ήρθα για να λάμπω – ακόμα κι όταν πέφτω
Ανασαίνω για να προκαλώ.
Όχι για να προκαλώ λύπηση — ποτέ αυτό!
Αλλά για να γεννάω σκέψη, να ξυπνάω επιθυμίες, να διαλύω τις βολικές σιωπές. Δεν γεννήθηκα για να περνάω απαρατήρητη, ούτε για να χωράω σε καλούπια.
Γεννήθηκα για να γράφω την αλήθεια μου στο βλέμμα, να ζω με τρόπο που κάνει θόρυβο, να ντύνομαι σαν να διηγούμαι ιστορία.
Δεν είμαι ουδέτερη. Είμαι έντονη. Και δεν το απολογούμαι.
Η πρόκληση είναι το φυσικό μου περιβάλλον. Δεν σημαίνει πρόκληση για φθηνή εντύπωση — αλλά πρόκληση για σκέψη, αίσθηση, μετακίνηση.
Δεν γεννήθηκα για να με λυπούνται. Γιατί τη μέρα που θα με λυπηθούν, θα έχω σβήσει. Θα έχω πεθάνει εσωτερικά — ως αξιοπρέπεια, ως γυναίκα, ως ύπαρξη.
Και εγώ ανασαίνω για να υπάρχω. Και υπάρχω για να προκαλώ.
Όχι για να ευχαριστώ. Αλλά για να θυμάμαι σε κάθε βήμα ποια είμαι!
✦ Υ.Γ.:
Το κείμενο αυτό δεν γράφτηκε για μένα. Γράφτηκε για κάθε γυναίκα που έχει νιώσει πως η λύπηση απειλεί την ίδια της την ύπαρξη.
Για κάθε γυναίκα που δεν αντέχει να σβήσει, γιατί μέσα της ξέρει ότι γεννήθηκε για να λάμψει, να συγκινήσει, να εμπνεύσει.
Δεν είναι προσωπική εξομολόγηση – είναι μια κοινή αλήθεια.
Κι αυτό το κείμενο είναι εδώ για να μας θυμίζει:
Ανασαίνουμε για να προκαλούμε. Όχι για να υποφέρουμε. Δεν το επιτρέπουμε ποτέ να μας λυπούνται!